Greek Meaning of havocked

κατεστραμμένος

Other Greek words related to κατεστραμμένος

Definitions and Meaning of havocked in English

havocked

to lay waste, wide and general destruction, great confusion and disorder

FAQs About the word havocked

κατεστραμμένος

to lay waste, wide and general destruction, great confusion and disorder

σβησμένο,μειώνω,λεηλατήθηκε,εξαλειμμένος,Εκτελέστηκε,εκκαθαρισμένο,εκριζώθηκε,σκότωσα,εκκαθαρισμένος,λεηλατημένος

κατασκευασμένο,ανεγερθεί,σταθερός,βάζω,ανυψωμένο,εκτραφεί,επισκευάστηκε,εγκαθίστατε,κατασκευασμένος,δημιούργησε

having to do with => σχετικά με, having one's eye on => βάζω στο μάτι, having on => φορώντας, having it in for => κρατάω κακία σε κάποιον, having done with => έχοντας κάνει με,