Greek Meaning of mastered

Κατέκτησε

Other Greek words related to Κατέκτησε

Definitions and Meaning of mastered in English

Wordnet

mastered (s)

understood perfectly

Webster

mastered (imp. & p. p.)

of Master

FAQs About the word mastered

Κατέκτησε

understood perfectlyof Master

ρυθμός,ηττημένος,Αποστολή,πήρα,υπερνικώ,σταμάτησε,υπερβάλαμε,πήρε,κατακτημένος,νίκησε

έπεσε,έχασε (από),απέτυχε,διπλωμένος,παραιτήθηκε,κατέβηκε,απέτυχε,απέτυχε,ξεθωριασμένος,κατέρρευσε

masterdom => κυριαρχία, master-at-arms => Διοικητής όπλων, master sergeant => ανθυπασπιστής, master race => ανώτερη φυλή, master plan => γενικό σχέδιο,