Greek Meaning of master plan

γενικό σχέδιο

Other Greek words related to γενικό σχέδιο

Definitions and Meaning of master plan in English

Wordnet

master plan (n)

a long-term outline of a project or government function

FAQs About the word master plan

γενικό σχέδιο

a long-term outline of a project or government function

σχέδιο,σχέδιο,πρόγραμμα,πρότζεκτ,σχέδιο,στρατηγική,διευθέτηση,σχεδιασμός,παιχνίδι,Σχέδιο παιχνιδιού

No antonyms found.

master of theology => Μάστερ Θεολογίας, master of science in engineering => Mάστερ Επιστημών Μηχανικού, master of science => Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Ειδίκευσης (ΜΔΕ), master of literature => Μάγιστρος Λογοτεχνίας, master of library science => Μεταπτυχιακό στις Επιστήμες Βιβλιοθηκονομίας και Ενημέρωσης,