Greek Meaning of collusion
συνέργεια
Other Greek words related to συνέργεια
Nearest Words of collusion
- collude => συνωμοτώ
- collotype printing => Κολοτυπία
- collotype => Κολλοτυπία
- colloquy => συζήτηση
- colloquially => καθομιλουμένη
- colloquialism => ιδιωματισμός
- colloquial => καθομιλουμένη γλώσσα
- colloidally => κολλοειδές
- colloidal suspension => Κολοειδής εναιώρηση
- colloidal solution => κολλοειδές διάλυμα
Definitions and Meaning of collusion in English
collusion (n)
secret agreement
agreement on a secret plot
FAQs About the word collusion
συνέργεια
secret agreement, agreement on a secret plot
συνενοχή,συνωμοσία,συνενοχή,δολιότητα,κάλυμμα,Διπλωματία,Διπλότητα,άτιμο παιχνίδι,πλαισιώνω,ίντριγκα
No antonyms found.
collude => συνωμοτώ, collotype printing => Κολοτυπία, collotype => Κολλοτυπία, colloquy => συζήτηση, colloquially => καθομιλουμένη,