Greek Meaning of plan
σχέδιο
Other Greek words related to σχέδιο
- σχέδιο
- σχεδιασμός
- πρόγραμμα
- πρότζεκτ
- σχέδιο
- στρατηγική
- διευθέτηση
- παιχνίδι
- Σχέδιο παιχνιδιού
- Κατόψι
- ιδέα
- γενικό σχέδιο
- διαδικασία
- πρόταση
- συνταγή
- οδικός χάρτης
- Σύστημα
- τρόπος
- στόχος
- συνέργεια
- σύλληψη
- συνωμοσία
- συσκευή
- αντιπρόταση
- Αντιστρατηγική
- συσκευή
- διάγραμμα
- τύπος
- γκάμπιτ
- πρόθεση
- πρόθεση
- διάταξη
- ελιγμός
- χάρτης
- σημαίνει
- μοτίβο
- πλατφόρμα
- πλοκή
- πολιτική
- πρωτόκολλο
- σκοπός
- τέχνασμα
- ρύθμιση
- τέχνασμα
- τακτική
- Τεχνική
- τέχνασμα
Nearest Words of plan
Definitions and Meaning of plan in English
plan (n)
a series of steps to be carried out or goals to be accomplished
an arrangement scheme
scale drawing of a structure
plan (v)
have the will and intention to carry out some action
make plans for something
make or work out a plan for; devise
make a design of; plan out in systematic, often graphic form
plan (a.)
A draught or form; properly, a representation drawn on a plane, as a map or a chart; especially, a top view, as of a machine, or the representation or delineation of a horizontal section of anything, as of a building; a graphic representation; a diagram.
A scheme devised; a method of action or procedure expressed or described in language; a project; as, the plan of a constitution; the plan of an expedition.
A method; a way of procedure; a custom.
plan (v. t.)
To form a delineation of; to draught; to represent, as by a diagram.
To scheme; to devise; to contrive; to form in design; as, to plan the conquest of a country.
FAQs About the word plan
σχέδιο
a series of steps to be carried out or goals to be accomplished, an arrangement scheme, scale drawing of a structure, have the will and intention to carry out s
σχέδιο,σχεδιασμός,πρόγραμμα,πρότζεκτ,σχέδιο,στρατηγική,διευθέτηση,παιχνίδι,Σχέδιο παιχνιδιού,Κατόψι
σημαίνει,μέθοδος,τρόπος
plaiting => πλέξιμο, plaiter => πλέκτης, plaited => πλεγμένο, plait => πλεξούδα, plaister => σοβάς,