Greek Meaning of procedure
διαδικασία
Other Greek words related to διαδικασία
- μέθοδος
- διαδικασία
- προσέγγιση
- μάθημα
- τρόπος
- λειτουργία
- διαδικασία
- Σύστημα
- Τεχνική
- δραστηριότητα
- διευθέτηση
- σχέδιο
- σχεδιασμός
- Άσκηση
- Επιχείρηση
- μόδα
- φόρμα
- τύπος
- λειτουργικός
- διάταξη
- λειτουργία
- κίνηση
- απόδοση
- σχέδιο
- πλοκή
- πρόγραμμα
- πρότζεκτ
- συνταγή
- ρουτίνα
- σχέδιο
- στρατηγική
- στυλ
- Επιχείρηση
- τρόπος
- δουλειά
Nearest Words of procedure
Definitions and Meaning of procedure in English
procedure (n)
a particular course of action intended to achieve a result
a process or series of acts especially of a practical or mechanical nature involved in a particular form of work
a set sequence of steps, part of larger computer program
a mode of conducting legal and parliamentary proceedings
FAQs About the word procedure
διαδικασία
a particular course of action intended to achieve a result, a process or series of acts especially of a practical or mechanical nature involved in a particular
μέθοδος,διαδικασία,προσέγγιση,μάθημα,τρόπος,λειτουργία,διαδικασία,Σύστημα,Τεχνική,δραστηριότητα
No antonyms found.
procedural => διαδικαστικός, procaviidae => Υράκια, procavia capensis => Χοιρογούρουνο, procavia => κονίκλιο, procaryotic => Προκαρυωτική,