FAQs About the word proceeding

διαδικασία

(law) the institution of a sequence of steps by which legal judgments are invoked

αγωγή,ενέργεια,παράπονο,δίκη,κοστούμι,υπόθεση,επειδή,ανταγωγή,Διασταυρωμένη δράση,ανταγωγή

συλληφθείς,τελείωσε,διακοπεί,σβησμένος,σταμάτησε,υποχωρούσα,παλινδρόμηση,οπισθοδρομικός

proceed => προχωρώ, procedure => διαδικασία, procedural => διαδικαστικός, procaviidae => Υράκια, procavia capensis => Χοιρογούρουνο,