Greek Meaning of regressing

παλινδρόμηση

Other Greek words related to παλινδρόμηση

Definitions and Meaning of regressing in English

Webster

regressing (p. pr. & vb. n.)

of Regress

FAQs About the word regressing

παλινδρόμηση

of Regress

υποχωρούσα,οπισθοδρομικός,σταμάτησε,συλληφθείς,τελείωσε,διακοπεί,σβησμένος

λειτουργικός,σε εξέλιξη,λειτουργική,διαδικασία,λειτουργική,πεζός,ζωντανός,πηγαίνω,τι συμβαίνει,Επιπλέων

regressed => οπισθοδρόμησε, regress => οπισθοχωρώ, regreet => χαιρετώ ξανά, regredience => υποχώρηση, regrede => μετάνοια,