Greek Meaning of eclipsed

εκλειπτικός

Other Greek words related to εκλειπτικός

Definitions and Meaning of eclipsed in English

Webster

eclipsed (imp. & p. p.)

of Eclipse

FAQs About the word eclipsed

εκλειπτικός

of Eclipse

ξεπερασμένος,κορυφαίο,ξεπερασμένος,ρυθμός,βελτιωμένος,ηττημένος,διέπρεψε,Κατέκτησε,Μη ικανοποιητικός,ξεπερνώ

έχασε (από)

eclipse => έκλειψη, eclegm => Άκλεγμα, eclecticist => εκλεκτικός, eclecticism => εκλεκτικισμός, eclectically => εκλεκτικά,