Greek Meaning of eclipsing
έκλειψη
Other Greek words related to έκλειψη
- υπερβαίνων
- ξεπερνώντας
- επικάλυμμα
- ξύλο
- βελτίωση
- εξαίρετος
- ανάπτυξη δεξιοτήτων
- ξεπερnώντας
- ξεπερνώντας
- υπερνίκηση
- επισκιάζοντας
- υπερχείλιση
- υπερβατικός
- ξεπερνώντας
- ξεπερνώντας
- υπεροπλία πυρός
- αξεπέραστος
- λαμπρότερος
- Επιβλητικό (πάνω από)
- κατάκτηση
- συντριπτικός
- ηττώμενος
- Αποκαθήλωση
- προσπερνώντας
- αλαζόνας
- προσπέραση
- δρομολόγηση
- ντροπιαστικό
- ξυλοδαρμός
- Κοπή
- ξύλο
- υπερνικώ
- εκκωφαντικός
- μαστίγωμα
- Worsted
- νικήσει
- συντριπτικός
- Πηγαίνοντας ένα βήμα παραπέρα
- υπερτερώντας
- υπερτερούντες
- Προσπερνώντας
- Υπεραποδίδων
- Ξεπερνώ
- υπερτερείν
- υπεροχή
- κυρίαρχος
- τρέχει γύρω
- Τρέχω γύρω γύρω
- δαμάζοντας
- υπερνίκηση
- θριαμβεύοντας (σε)
- Νίκη (εναντίον)
Nearest Words of eclipsing
Definitions and Meaning of eclipsing in English
eclipsing (p. pr. & vb. n.)
of Eclipse
FAQs About the word eclipsing
έκλειψη
of Eclipse
υπερβαίνων,ξεπερνώντας,επικάλυμμα,ξύλο,βελτίωση,εξαίρετος,ανάπτυξη δεξιοτήτων,ξεπερnώντας,ξεπερνώντας,υπερνίκηση
χάνω (από)
eclipsed => εκλειπτικός, eclipse => έκλειψη, eclegm => Άκλεγμα, eclecticist => εκλεκτικός, eclecticism => εκλεκτικισμός,