Greek Meaning of eclogue
είδυλλίο
Other Greek words related to είδυλλίο
- διθύραμβος
- ελεγεία
- επικός
- Επίγραμμα
- επωδός
- έπος
- έπος
- γεωργικά
- ειδυλλιακός
- ειδυλλιακό
- θρηνείν
- limerick
- Στίχοι
- μαδριγάλι
- ωδή
- Ποιμενικός
- ποιμενικό
- ποίημα
- ψαλμός
- ομοιοκαταληξία
- ροντώ
- Σονέτο
- Τριολέτο
- Βιλανέλα
- Ανακρεόντειος
- μπαλάντα
- Κλερίχιου
- Αγγλικό σονέτο
- χαϊκού
- κουδούνισμα
- Ποίηση
- ποίηση
- πάχνη
- Ροντέλ
- Ροντέλ
- ρούνος
- τραγούδι
- λευκό στίχο
- Ελεύθερος στίχος
- τοποθετώ
- Γλέντια
- σενριού
- Τάνκα
- ελευθερος στίχος
- στιχοπλοκία
Nearest Words of eclogue
Definitions and Meaning of eclogue in English
eclogue (n)
a short poem descriptive of rural or pastoral life
eclogue (n.)
A pastoral poem, in which shepherds are introduced conversing with each other; a bucolic; an idyl; as, the Ecloques of Virgil, from which the modern usage of the word has been established.
FAQs About the word eclogue
είδυλλίο
a short poem descriptive of rural or pastoral lifeA pastoral poem, in which shepherds are introduced conversing with each other; a bucolic; an idyl; as, the Ecl
διθύραμβος,ελεγεία,επικός,Επίγραμμα,επωδός,έπος,έπος,γεωργικά,ειδυλλιακός,ειδυλλιακό
No antonyms found.
eclogite => Εκλογίτης, ecliptic => εκλειπτική, eclipsis => έκλειψη, eclipsing => έκλειψη, eclipsed => εκλειπτικός,