Greek Meaning of overpassing

προσπέραση

Other Greek words related to προσπέραση

Definitions and Meaning of overpassing in English

Webster

overpassing (p. pr. & vb. n.)

of Overpass

FAQs About the word overpassing

προσπέραση

of Overpass

αγνοώντας,συγχωρητικός,αγνοώντας,δικαιολογώντας,θέα,κλείνοντας το μάτι,σκούπισμα (παράμερα ή μακριά),ανεκτικότητα,έκπτωση,δικαιολογία

σήμανση,σημειώνοντας,(αντιρρησίας (προς)),δίνοντας σημασία,έχοντας υπόψη

overpassed => ξεπερασμένος, overpass => γέφυρα, overpart => το πάνω μέρος, overpamper => Κακομαθαίνω, overpaint => βάψω από πάνω,