Greek Meaning of vindicating
δικαιωματικός
Other Greek words related to δικαιωματικός
Nearest Words of vindicating
Definitions and Meaning of vindicating in English
vindicating (p. pr. & vb. n.)
of Vindicate
FAQs About the word vindicating
δικαιωματικός
of Vindicate
επιβεβαιώνοντας,τεκμηριώνω,υποστηρίζων,υποστηρικτικός,επικυρωτικός,Επιβεβαιωτικός,επικυρωτικό,επικυρωτικός,αποδεικτικός,συμπληρωματικός
διάψευσis,αντιφατικός,αντίθετος,μετρητής,διάψευση,αντίθετος,διαψεύδοντας
vindicated => Δικαίωσε, vindicate => δικαιώνω, vindicable => εκδικητικός, vindemiation => τρύγος, vindemiate => τρύγος,