Greek Meaning of remitting
αποστολέας
Other Greek words related to αποστολέας
Nearest Words of remitting
Definitions and Meaning of remitting in English
remitting (p. pr. & vb. n.)
of Remit
FAQs About the word remitting
αποστολέας
of Remit
απαλλακτικό,αντισταθμιστικός,ανεκτικότητα,απαλλακτικό,απαλλακτικός,χάρη,δικαιωματικός,αθώωση,μετακινήσεις,απαλλακτικός
τιμωρία,διορθωτικός,Διπλωματικός,πειθαρχικός,πειθαρχών,ποινική,τιμωρητικός,αντιποίνων,επιτιμητικός,επιτιμώντας
remitter => αποστολέας, remittent => διαλείπων, remittee => Παραλήπτης, remitted => εστάλη, remittance man => εφοδιάστης,