Greek Meaning of trounced
διέλυσε
Other Greek words related to διέλυσε
- εξαντλημένος
- ρυθμός
- θαμένος
- γρονθοκόπησε
- σκονισμένος
- επίπεδο
- Κατέκτησε
- υπερνικώ
- Υπερφορτωμένος
- επικολλημένο
- δρομολογημένο
- πνιγμένος
- ξυλοκοπημένος
- πέταξε
- πήρε
- κορυφαίο
- κομμένος
- αναστατωμένος
- χτύπησε
- χτυπημένος
- ξυλοκοπημένος
- κρεμώδης
- Γυαλισμένη με γόμα λακ
- ξεπερασμένος
- πατημένο
- χτυπημένος
- μαστιγώθηκε
- νίκησε
- οριοθετημένο
- θρυμματισμένος
- κατεστραμμένος
- Αποστολή
- εκλειπτικός
- ξεπερασμένος
- ξεπερνώ
- ξεπέρασε
- Υπερδύναμος
- σκόραρε
- γδαρμένος
- σφαγμένος
- Καπνιστό
- ήρεμος
- υπερβάλαμε
- σάρωσε
- νικημένος
- κέρωμα
- εξαντλημένος, κουρασμένος
- Τρώω ζωντανά
- ξυλοφορτώνω κάποιον
- φύσηξε μακριά
- κατακτημένος
- ξεπέρασε
- επισκίασε
- Παρασυρμένος
- έτρεξε κύκλους γύρω
- Τρέχω κύκλους γύρω από κάποιον
- Μεθυσμένος
- θαμμένος στο χιόνι
- επέτυχε
- χτυπημένο
- Σφουγγάρισε το πάτωμα με
- Σκούπισε το πάτωμα με
- βελτιωμένος
- Χρεοκοπημενος
- διέπρεψε
- τελειωμένος
- άνθισε
- ανέτρεψε
- ξεχείλισε
- ξεπερνώντας
- βούλιαξε
- υποδουλωμένος
- βυθισμένο
- υπερέβη
- ανάποδα
- χτενισμένο νήμα
- Πέτυχε (έξω)
- ξεπερασμένος (έξω)
- πήδησε (pídise)
- Καταρρίφθηκε
- χτύπησε
- επικράτησε
- επισκίασε
- βαρετό
- επικράτησε (πάνω από)
- θριαμβεύω (επί)
- έχασε (απέναντι)
Nearest Words of trounced
Definitions and Meaning of trounced in English
trounced (imp. & p. p.)
of Trounce
FAQs About the word trounced
διέλυσε
of Trounce
εξαντλημένος,ρυθμός,θαμένος,γρονθοκόπησε,σκονισμένος,επίπεδο,Κατέκτησε,υπερνικώ,Υπερφορτωμένος,επικολλημένο
No antonyms found.
trounce => Τσαλαπατώ, troul => τρολ, trough-shell => γούρνα-κέλυφος, trough => γούρνα, trou-de-loup => Λαγούμι,