Greek Meaning of sank
βούλιαξε
Other Greek words related to βούλιαξε
- αρνήθηκε
- επιδεινωμένο
- έπεσε
- επιδεινώθηκε
- ατροφικός
- φθαρμένο
- εκφυλισμένος
- καταγόμενος
- αποκεντρωμένος
- ελαττωμένος
- υποχώρησε
- υποχώρησε
- οπισθοδρόμησε
- υποχώρησε
- σάπιο
- χαλάρωσε
- γλίστρησε
- εξασθενημένος
- θρυμματισμένος
- πήγε στον σπόρο
- μειώθηκε
- κατεστραμμένο
- εξασθενημένος
- αποσυντεθείς
- Υποβαθμισμένο
- ερειπωμένος
- διαλυμένη
- κρεμασμένος
- συρρικνώθηκε
- απέτυχε
- επισημασμένο
- καθυστερημένος
- αποκαμμένος
- λιγότερο
- μειωμένος
- μουχλιασμένο
- μειωμένη
- ξινισμένος
- κακομαθημένος
- κακομαθημένος
- μειώθηκε
- μαραμένος
- περιορισμένο
- σάπιος
- υπονομεύει
- σπαταλημένος
- πήγε στράφι
- Πήγε σε σπόρους
Nearest Words of sank
Definitions and Meaning of sank in English
sank ()
imp. of Sink.
of Sink
FAQs About the word sank
βούλιαξε
imp. of Sink., of Sink
αρνήθηκε,επιδεινωμένο,έπεσε,επιδεινώθηκε,ατροφικός,φθαρμένο,εκφυλισμένος,καταγόμενος,αποκεντρωμένος,ελαττωμένος
βελτιωμένη,βελτιωμένος,βελτιωμένος,ανεπτυγμένη,βελτιωμένο,εμπλουτισμένο,οχυρωμένος,ενισχυμένο,εντατικοποιημένος,πορευμένος
sanjak => Σαντζάκι, sanity => λογική, sanitized => απολυμασμένο, sanitize => Απολύμανση, sanitization => απολύμανση,