Greek Meaning of waned

μειώθηκε

Other Greek words related to μειώθηκε

Definitions and Meaning of waned in English

Webster

waned (imp. & p. p.)

of Wane

FAQs About the word waned

μειώθηκε

of Wane

μειωμένος,ελαττωμένος,υποχώρησε,έπεσε,εξαφανίστηκε,υποχώρησε,μειώθηκε,αρνήθηκε,συρρικνώθηκε,ανακουφισμένος

συσσωρευμένος,εμφανίστηκε,κατασκευασμένο,εμφανίστηκε,διευρυμένο,επεκταθεί,μεγάλωσε,αυξημένος,εντατικοποιημένος,τοποθετημένος

wane => μειώνομαι, wandy => wandy, wandflower => Χρυσόβεργα, wanderoo => Ουαντερού, wanderment => Περιπλάνηση,