Greek Meaning of sunk

βυθισμένο

Other Greek words related to βυθισμένο

Definitions and Meaning of sunk in English

Wordnet

sunk (s)

doomed to extinction

Webster

sunk (imp.)

of Sink

Webster

sunk (p. p.)

of Sink

FAQs About the word sunk

βυθισμένο

doomed to extinctionof Sink, of Sink

έγινε,καταδικασμένος,τελειωμένος,κατεστραμμένος,νεκρός,γίνεται,απειλούμενο,απειλούμενος,καπούτ,καππούτ

βελτιωμένη,βελτιωμένος,βελτιωμένος,ανεπτυγμένη,βελτιωμένο,εμπλουτισμένο,οχυρωμένος,ενισχυμένο,εντατικοποιημένος,πορευμένος

sunhat => Καπέλο ηλίου, sunglasses => Γυαλιά ηλίου, sunglass => Γυαλιά ηλίου, sung dynasty => Δυναστεία Σονγκ, sung => τραγούδησε,