Greek Meaning of kaputt

καππούτ

Other Greek words related to καππούτ

Definitions and Meaning of kaputt in English

kaputt

hopelessly outmoded, utterly finished, defeated, or destroyed, unable to function

FAQs About the word kaputt

καππούτ

hopelessly outmoded, utterly finished, defeated, or destroyed, unable to function

έγινε,καταδικασμένος,απειλούμενο,κατεστραμμένος,βυθισμένο,νεκρός,γίνεται,τελειωμένος,απειλούμενος,απειλούμενος

Σύγχρονο,τρέχων,φρέσκος,Mod,μοντέρνος,νέος,σύγχρονος,πρόσφατος,Ενημερωμένος,ενεργός

kaolins => Καολίνης, kahunas => καχούνας, kahuna => καχούνα, kaffeeklatsch => καφές κουβέντα, képi => Κέπι,