Greek Meaning of imperiled
απειλούμενος
Other Greek words related to απειλούμενος
Nearest Words of imperiled
- imperil => Επικίνδυνα
- imperially => αυτοκρατορικά
- imperializing => ιμπεριαλιστικός
- imperialized => αυτοκρατορικοποιήθηκε
- imperialize => αυτοκρατοροποιώ
- imperiality => ιμπεριαλισμός
- imperialities => ιμπεριαλισμοί
- imperialistic => ιμπεριαλιστικός
- imperialist => ιμπεριαλιστής
- imperialism => Αυτοκρατορία
Definitions and Meaning of imperiled in English
imperiled (imp. & p. p.)
of Imperil
FAQs About the word imperiled
απειλούμενος
of Imperil
απειλούμενο,καταδικασμένος,τελειωμένος,κατεστραμμένος,βυθισμένο,νεκρός,έγινε,γίνεται,καπούτ,καππούτ
προστατευμένο,Φρουρούμενος,συντηρημένο,αποθηκευμένο,προστατευμένος,προστατευμένος,ανανεωμένος
imperil => Επικίνδυνα, imperially => αυτοκρατορικά, imperializing => ιμπεριαλιστικός, imperialized => αυτοκρατορικοποιήθηκε, imperialize => αυτοκρατοροποιώ,