Greek Meaning of imperiling
θέτοντας σε κίνδυνο
Other Greek words related to θέτοντας σε κίνδυνο
- επιζήμιος
- επικίνδυνο
- επιβλαβής
- καταστροφικός
- επιβλαβής
- μοιραίος
- επιβλαβές
- επικίνδυνος
- επιζήμιος
- θέτοντας σε κίνδυνο
- θανατηφόρος
- Κακοήθης
- επικίνδυνος
- επιζήμιος
- δηλητηριώδης
- Επικίνδυνο
- καταστροφικός
- απειλητικός
- ενοχλητικός
- Επικίνδυνος
- επιζήμιος
- ανταγωνιστικός
- κακόβουλος
- ολέθριος
- δυσφημιστικός
- κακός
- εχθρικός
- επιβλαβής
- άρρωστος
- εχθρικός
- φονικός
- επιβλαβής
- προσβλητικό
- επικίνδυνος
- καυστικός
- συκοφαντικός
- ασύμβατος
- δυσμενής
- ανθυγιεινός
- πληγωτικός
- αντιπαθητικός
- κακός
- συκοφαντικός
- Αντιφατικό
- μετρητής
- δυσφημιστικός
- μειονεκτικός
- εχθρικός
- δυσανεκτός
- αρνητικός
- αντίθετος
- επιβλαβής
- ανθεκτικό
- αντιστάμενο
- μη συνεργάσιμος
- ανεπιθύμητος
- ανανταγωνιστικό
- δυσμενής
- ανταγωνιστικός
- αντιρρόπηση
- αντιμετώπιση
- ευνοϊκός
- επωφελής
- ευνοϊκή
- φιλικός
- καλός
- χρήσιμος
- αθώος
- θετικός
- ευνοϊκός
- υποστηρικτικός
- συμπαθής
- χρήσιμος
- ακίνδυνος
- ακίνδυνος
- ακίνδυνος
- μη θανατηφόρο
- ανεκτικός
- κατανόηση
- Ευμενής
- μη καταστροφικός
- αναντίστοιχα
- Φιλικός
- ευχάριστος
- φιλικός
- φιλικός
- καλοήθης
- φιλικός
- φιλικός
- φιλικός
- φιλόξενος
- μη θανατηφόρος
- δίχως αντίσταση
- συμμορφούμενος
Nearest Words of imperiling
Definitions and Meaning of imperiling in English
imperiling (p. pr. & vb. n.)
of Imperil
FAQs About the word imperiling
θέτοντας σε κίνδυνο
of Imperil
επιζήμιος,επικίνδυνο,επιβλαβής,καταστροφικός,επιβλαβής,μοιραίος,επιβλαβές,επικίνδυνος,επιζήμιος,θέτοντας σε κίνδυνο
ευνοϊκός,επωφελής,ευνοϊκή,φιλικός,καλός,χρήσιμος,αθώος,θετικός,ευνοϊκός,υποστηρικτικός
imperiled => απειλούμενος, imperil => Επικίνδυνα, imperially => αυτοκρατορικά, imperializing => ιμπεριαλιστικός, imperialized => αυτοκρατορικοποιήθηκε,