Greek Meaning of fatal
μοιραίος
Other Greek words related to μοιραίος
- καταστροφικός
- καταστροφικός
- άτυχος
- καταστροφικό
- κατακλυσμιαίος
- καταδικαστικό
- καταστροφικός
- μοιραίος
- καταστροφικός
- επιζήμιος
- αποκαλυπτικός
- αποκαλυπτικός
- ολέθριος
- κατακλυσμιαίος
- επιζήμιος
- επιβλαβής
- επιβλαβής
- κακός
- δυστυχισμένος
- επιβλαβές
- επιβλαβής
- άτυχος
- άτυχος
- επιζήμιος
- άτυχος
- επιβλαβής
- επιζήμιος
- επιβλαβής
Nearest Words of fatal
Definitions and Meaning of fatal in English
fatal (a)
bringing death
fatal (s)
having momentous consequences; of decisive importance
(of events) having extremely unfortunate or dire consequences; bringing ruin
controlled or decreed by fate; predetermined
fatal (a.)
Proceeding from, or appointed by, fate or destiny; necessary; inevitable.
Foreboding death or great disaster.
Causing death or destruction; deadly; mortal; destructive; calamitous; as, a fatal wound; a fatal disease; a fatal day; a fatal error.
FAQs About the word fatal
μοιραίος
bringing death, having momentous consequences; of decisive importance, (of events) having extremely unfortunate or dire consequences; bringing ruin, controlled
καταστροφικός,καταστροφικός,άτυχος,καταστροφικό,κατακλυσμιαίος,καταδικαστικό,καταστροφικός,μοιραίος,καταστροφικός,επιζήμιος
,τυχερός,χαρούμενος,τυχερός,θεόσταλτος,Ευχάριστος,φωτεινό,ενθαρρυντικός,δίκαιο,τυχαίος
fatah-rc => -, fatah tanzim => Φατάχ Τανζίμ, fatah revolutionary council => Επαναστατικό Συμβούλιο Φατάχ, fatah => Φατάχ, fata morgana => Ανάκλαση,