Greek Meaning of apocalyptic
αποκαλυπτικός
Other Greek words related to αποκαλυπτικός
- Εμμηνόπαυση
- κλιμακωτό
- κρίσιμος
- αποφασιστικός
- υψηλότερος
- κρίσιμος
- κορυφαίος
- κατακλυσμιαίος
- κριτική
- στέψη
- κορυφούμενο
- Σεισμικός
- εποχιακός
- μοιραίος
- υψηλός
- ζήτημα ζωής ή θανάτου
- ζωή ή θάνατος
- μεσημβρινός
- σημαντικός
- Απόγειο
- κατακλυσμιαίος
- κορυφαίος
- Crossover
- αποφασίζοντας
- κρίσιμη
- αποπληρωμή
- Ζωτικός
- Υδατομάθεια
Nearest Words of apocalyptic
Definitions and Meaning of apocalyptic in English
apocalyptic (s)
prophetic of devastation or ultimate doom
apocalyptic (a)
of or relating to an apocalypse
apocalyptic (a.)
Alt. of Apocalyptical
apocalyptic (n.)
Alt. of Apocalyptist
FAQs About the word apocalyptic
αποκαλυπτικός
prophetic of devastation or ultimate doom, of or relating to an apocalypseAlt. of Apocalyptical, Alt. of Apocalyptist
Εμμηνόπαυση,κλιμακωτό,κρίσιμος,αποφασιστικός,υψηλότερος,κρίσιμος,κορυφαίος,κατακλυσμιαίος,κριτική,στέψη
αντικλιμακτικός,ασήμαντος,ασήμαντος,ασήμαντο,Αντικλιμάκιο,Ασημαντος,αναποφάσιστος,μη κρίσιμος
apocalypse => αποκάλυψη, apoapsis => απόγειο, apo => από, apnoeic => απνοϊκός, apnoea => άπνοια,