Greek Meaning of trivial
ασήμαντος
Other Greek words related to ασήμαντος
- μεγάλος
- συνεπακόλουθος
- γεγονός γεμάτο γεγονότα
- μοιραίος
- σημαντικός
- μεγάλος
- ουσιαστικό
- σημαντικός
- σημαντικός
- ουσιαστικός
- βασικός
- αρχηγός
- αποφασιστικός
- διακριτικός
- κυρίαρχος
- Εξαιρετικός.
- μοιραίος
- θεμελιώδης
- μεγάλος, καταπληκτικός
- εντυπωσιακός
- υλικό
- Εξαιρετικός
- αλαζόνας
- επικράτηση
- διευθυντής
- εξέχων
- αξιοσημείωτος
- πολύτιμος
- βαρύς
- αξίζει τον κόπο
- άξιος
- σοβαρός
- Καθοριστικής σημασίας
- εξαίρετος
- εξέχον
- ουσιαστικός
- διάσημος
- διαπρεπής
- κλειδί
- διαβόητος
- εξέχων
- περίβλεπτος
- Διάσημος
- συντριπτικός
Nearest Words of trivial
- trivia => ασήμαντα πράγματα
- trivet => τρίποδας
- triverbial => διχογνωμικός
- trivant => trivant
- trivalvular => Τρικύκλου βαλβίδα
- trivalve => Τρικύκλω
- trivalent live oral poliomyelitis vaccine => Τριδύναμο εμβόλιο ιού πολιομυελίτιδας από του στόματος
- trivalent => τριδύναμος
- trivalence => τριβαλεντία
- triunity => Τριάδα
Definitions and Meaning of trivial in English
trivial (s)
(informal) small and of little importance
of little substance or significance
concerned with trivialities
trivial (a.)
Found anywhere; common.
Ordinary; commonplace; trifling; vulgar.
Of little worth or importance; inconsiderable; trifling; petty; paltry; as, a trivial subject or affair.
Of or pertaining to the trivium.
trivial (n.)
One of the three liberal arts forming the trivium.
FAQs About the word trivial
ασήμαντος
(informal) small and of little importance, of little substance or significance, concerned with trivialitiesFound anywhere; common., Ordinary; commonplace; trifl
μικρός,ανήλικος,ελαφρύ,μικρός,ασήμαντο,λεπτό,φρίβολος,τυχαίο,Ασημαντος,ασήμαντος
μεγάλος,συνεπακόλουθος,γεγονός γεμάτο γεγονότα,μοιραίος,σημαντικός,μεγάλος,ουσιαστικό,σημαντικός,σημαντικός,ουσιαστικός
trivia => ασήμαντα πράγματα, trivet => τρίποδας, triverbial => διχογνωμικός, trivant => trivant, trivalvular => Τρικύκλου βαλβίδα,