Greek Meaning of insignificant
ασήμαντος
Other Greek words related to ασήμαντος
- μεγάλος
- συνεπακόλουθος
- αποφασιστικός
- μοιραίος
- σημαντικός
- μεγάλος
- ουσιαστικό
- σημαντικός
- σημαντικός
- ουσιαστικός
- αρχηγός
- διακριτικός
- εξαίρετος
- κυρίαρχος
- γεγονός γεμάτο γεγονότα
- Εξαιρετικός.
- μοιραίος
- μεγάλος, καταπληκτικός
- εντυπωσιακός
- υλικό
- Εξαιρετικός
- αλαζόνας
- επικράτηση
- διευθυντής
- εξέχων
- αξιοσημείωτος
- πολύτιμος
- βαρύς
- αξίζει τον κόπο
- άξιος
- σοβαρός
- Καθοριστικής σημασίας
- βασικός
- εξέχον
- ουσιαστικός
- διάσημος
- θεμελιώδης
- διαπρεπής
- κλειδί
- διαβόητος
- περίβλεπτος
- Διάσημος
- συντριπτικός
Nearest Words of insignificant
Definitions and Meaning of insignificant in English
insignificant (s)
signifying nothing
of little importance or influence or power; of minor status
small and unimpressive
insignificant (a)
devoid of importance, meaning, or force
insignificant (a.)
Not significant; void of signification, sense, or import; meaningless; as, insignificant words.
Having no weight or effect; answering no purpose; unimportant; valueless; futile.
Without weight of character or social standing; mean; contemptible; as, an insignificant person.
FAQs About the word insignificant
ασήμαντος
signifying nothing, of little importance or influence or power; of minor status, devoid of importance, meaning, or force, small and unimpressiveNot significant;
μικρός,ανήλικος,ελαφρύ,μικρός,ασήμαντος,ασήμαντο,άχρηστος,λεπτό,φρίβολος,τυχαίο
μεγάλος,συνεπακόλουθος,αποφασιστικός,μοιραίος,σημαντικός,μεγάλος,ουσιαστικό,σημαντικός,σημαντικός,ουσιαστικός
insignificancy => ασήμαντο, insignificance => ασήμαντοτητα, insignia of rank => διακριτικό βαθμού, insignia => παράσημο, insightfulness => Διορατικότητα,