Greek Meaning of earthshaking
Σεισμικός
Other Greek words related to Σεισμικός
- μεγάλος
- ιστορικός
- σημαντικός
- μεγάλος
- σημαντικός
- συνεπακόλουθος
- αποφασιστικός
- εξαίρετος
- γεγονός γεμάτο γεγονότα
- Εξαιρετικός.
- ουσιαστικό
- σημαντικός
- μνημειακός
- πολύς
- αξιόλογος
- κρίσιμος
- αξιοσημείωτος
- ουσιαστικός
- Τεκτονικός
- βαρύς
- Καθοριστικής σημασίας
- κεντρικός
- κριτική
- κρίσιμος
- διακριτικός
- σοβαρός
- εξέχον
- ουσιαστικός
- διάσημος
- μοιραίος
- μοιραίος
- τάφος
- μεγάλος, καταπληκτικός
- βαρύς
- διαπρεπής
- εντυπωσιακός
- κλειδί
- υλικό
- ευγενής
- αξιοσημείωτος
- διαβόητος
- Εξαιρετικός
- περίβλεπτος
- εξέχων
- σοβαρός
- ειλικρινής
- στρατηγικός
- πολύτιμος
- αξίζει τον κόπο
- άξιος
Nearest Words of earthshaking
Definitions and Meaning of earthshaking in English
earthshaking (s)
loud enough to shake the very earth
sufficiently significant to affect the whole world
FAQs About the word earthshaking
Σεισμικός
loud enough to shake the very earth, sufficiently significant to affect the whole world
μεγάλος,ιστορικός,σημαντικός,μεγάλος,σημαντικός,συνεπακόλουθος,αποφασιστικός,εξαίρετος,γεγονός γεμάτο γεγονότα,Εξαιρετικός.
Ασημαντος,ασήμαντος,ασήμαντος,μικρός,ανήλικος,αμελητέος,ελαφρύ,μικρός,ασήμαντος,ασήμαντος
earth's surface => Επιφάνεια γης, earth's crust => Φλοιός της Γης, earth-received time => ώρα με αντίληψη στη γη, earthquave => σεισμός, earthquake => Σεισμός,