Greek Meaning of heartening

ενθαρρυντικός

Other Greek words related to ενθαρρυντικός

Definitions and Meaning of heartening in English

Wordnet

heartening (s)

cheerfully encouraging

FAQs About the word heartening

ενθαρρυντικός

cheerfully encouraging

φωτεινό,ενθαρρυντικός,αισιόδοξος,ελπιδοφόρος,Ευχάριστος,ελπιδοφόρος,δίκαιο,χρυσός,καλός,ελπιδοφόρος

άχαρος,σκοτεινός, -ή, -ό,καταθλιπτικός,απελπισμένος,αποθαρρυντικός,αποθαρρυντικός,καταθλιπτικό,Θλιβερός,μελαγχολικός,απελπισμένος

heartener => ενθαρρυντικός, hearten => ενθαρρύνω, heartedness => εγκάρδιος, hearted => ζεστόκαρδος, heart-eating => καρδιοφάγος,