Greek Meaning of malignant
Κακοήθης
Other Greek words related to Κακοήθης
- σκληρός
- κακόβουλος
- βρώμικο
- κακός
- κακός
- κακιά
- πικρός
- κακιά
- μοχθηρός
- κακός
- ζηλιάρης
- κακόβουλος
- κακοήθης
- μέση τιμή
- δηλητηριώδης
- κακεντρεχής
- δηλητηριώδης
- Ιογενής
- δριμύς
- πικρόχολος
- κακόβουλος
- ολέθριος
- Καυστικός
- περιφρονητικός
- απαξιωτικός
- απαξιωτικός
- ύπουλος
- περιφρονητικός
- απαξιωτικός
- φθονερός
- σκληρός
- εχθρικός
- εχθρικός
- ίκτερος
- κακόβουλος
- αποκρουστικός
- ντροπιαστικός
- μνησίκακος
- αγανακτισμένος
- περιφρονητικός
- σκορβούτο
- φιδίσιο
- ειρωνικός
- σνομπ
- αγενής
- άσχημα
- χωρίς αγάπη
- εκδικητικός
- βιτριολικός
- φιλάνθρωπος
- καλοήθης
- καλός
- ευγενικός
- αγαπώντας
- συμπαθής
- ζεστός
- Φιλικός
- στοργικός
- ευχάριστος
- φιλικός
- ερωτευμένος
- καλοήθης
- συμπονετικός
- φιλικός
- φιλικός
- λαμπρός
- φιλεύσπλαχνος
- καλόκαρδος
- παρακαλώ
- ωραίο
- ευχάριστος
- γλυκό
- ακίνδυνος
- αλτρουιστικός
- Καλοκάγαθος
- ανθρώπινος
- ανθρωπιστικός
- γενναιόδωρος
- ευγενής
- φιλανθρωπικός
- τρυφερό
- Τρυφερός
- Θερμόκαρδος
Nearest Words of malignant
- malignant anaemia => Κακοήθης αναιμία
- malignant anemia => Κακοήθης αναιμία
- malignant hepatoma => Κακοήθες ηπάτωμα
- malignant hypertension => Κακοήθης υπέρταση
- malignant hyperthermia => κακοήθης υπερθερμία
- malignant melanoma => κακόηθες μελάνωμα
- malignant neoplasm => κακοήθης όγκος
- malignant neoplastic disease => κακοήθης νεοπλασματική νόσος
- malignant neuroma => Κακοήθης νευρίνωμα
- malignant pustule => Κακοήθης φλύκταινα
Definitions and Meaning of malignant in English
malignant (a)
dangerous to health; characterized by progressive and uncontrolled growth (especially of a tumor)
malignant (a.)
Disposed to do harm, inflict suffering, or cause distress; actuated by extreme malevolence or enmity; virulently inimical; bent on evil; malicious.
Characterized or caused by evil intentions; pernicious.
Tending to produce death; threatening a fatal issue; virulent; as, malignant diphtheria.
malignant (n.)
A man of extrems enmity or evil intentions.
One of the adherents of Charles L. or Charles LL.; -- so called by the opposite party.
FAQs About the word malignant
Κακοήθης
dangerous to health; characterized by progressive and uncontrolled growth (especially of a tumor)Disposed to do harm, inflict suffering, or cause distress; actu
σκληρός,κακόβουλος,βρώμικο,κακός,κακός,κακιά,πικρός,κακιά,μοχθηρός,κακός
φιλάνθρωπος,καλοήθης,καλός,ευγενικός,αγαπώντας,συμπαθής,ζεστός,Φιλικός,στοργικός,ευχάριστος
malignancy => κακοήθεια, malignance => Κακοήθεια, malign => κακοήθης, maliciousness => κακία, maliciously => κακεντρεχώς,