Greek Meaning of acrid
δριμύς
Other Greek words related to δριμύς
- πικρόχολος
- θυμωμένος
- πικρός
- κυνικός
- πικραμένος/η
- μνησίκακος
- αγανακτισμένος
- σαρκαστικός
- πονεμένος
- οξύ
- Καυστικός
- περιφρονητικός
- σκληρός
- Απογοητευμένος
- δυσαρεστημένος
- περιφρονητικός
- δυσαρεστημένος
- σκληρός
- σκληρός
- ερεθισμένος
- τρελός
- Μισάνθρωπος
- περιφρονητικός
- βίαιη
- κακός
- Ιογενής
- βιτριολικός
- Κοπή
- δυσαρεστημένος
- βυρσοδεψικό
- τραχύς
- άγριος
- κοφτερός
Nearest Words of acrid
Definitions and Meaning of acrid in English
acrid (s)
strong and sharp
harsh or corrosive in tone
acrid (a.)
Sharp and harsh, or bitter and not, to the taste; pungent; as, acrid salts.
Causing heat and irritation; corrosive; as, acrid secretions.
Caustic; bitter; bitterly irritating; as, acrid temper, mind, writing.
FAQs About the word acrid
δριμύς
strong and sharp, harsh or corrosive in toneSharp and harsh, or bitter and not, to the taste; pungent; as, acrid salts., Causing heat and irritation; corrosive;
πικρόχολος,θυμωμένος,πικρός,κυνικός,πικραμένος/η,μνησίκακος,αγανακτισμένος,σαρκαστικός,πονεμένος,οξύ
ήπιος,ευγενικός,αγαπώντας,γλυκό,συμπαθής,ζεστός,φροντιστικός,συγχωρητικός,τρυφερό,μη πικρό
acres => στρέμματα, acre-foot => πόδι-στρέμμα, acred => στρέμμα, acreage => εμβαδόν, acreable => σπορίμος,