FAQs About the word imperilled

απειλούμενος

of Imperil

απειλούμενο,καταδικασμένος,τελειωμένος,κατεστραμμένος,βυθισμένο,νεκρός,έγινε,γίνεται,καπούτ,καππούτ

προστατευμένο,Φρουρούμενος,συντηρημένο,αποθηκευμένο,προστατευμένος,προστατευμένος,ανανεωμένος

imperiling => θέτοντας σε κίνδυνο, imperiled => απειλούμενος, imperil => Επικίνδυνα, imperially => αυτοκρατορικά, imperializing => ιμπεριαλιστικός,