Greek Meaning of resumed
ανανεωμένος
Other Greek words related to ανανεωμένος
Nearest Words of resumed
Definitions and Meaning of resumed in English
resumed (imp. & p. p.)
of Resume
FAQs About the word resumed
ανανεωμένος
of Resume
συνέχεια,επαναλειτουργία,Επανεκκίνησε,συνέχισε (με),ανανεωμένος,παραλαβή,αναζωογονημένος,αναβίωσε
ολοκληρωμένο,κατέληξε,consummate [τέλειος],τελείωσε,οριστικοποιημένος,τελειωμένος,Χρεοκοπημενος,Έπαψε,επιλεγμένο,κόβω
resume => Βιογραφικό, resumable => ανακτήσιμος, resultless => άκαρπος, resultive => επιρροώμενος, resulting trust => εμπιστοσύνη που προκύπτει,