Greek Meaning of canned
κονσέρβα
Other Greek words related to κονσέρβα
- τυπικός
- μίμηση
- μιμητικός
- Παραπλανητικό
- κοροϊδεύω
- αντιγραμμένο
- πιθηκίσιος
- τεχνητός
- Παραπλανητικός
- μιμητικός
- ψεύτικος
- δόλιος
- μιμητικός
- μιμητής
- εξομοιωμένο
- δουλοπρεπής
- αντικαταστάτης
- Συνθετικός
- όχι πρωτότυπο
- ΨΕΥΔΕΣ
- επιγονικός
- Επίγονος
- αντίγραφο ασφαλείας
- ψεύτικος
- πλαστό
- ξε κομμένο και στεγνωμένο
- φανερό
- διπλότυπο
- Τεχνητός
- σφυρηλατημένος
- τεχνητός
- επιπόλαιος
- πλαγιασμένος
- ρουτίνα
- απάτη
- μεταγεγραμμένο
- ανούσιος
- κλεμμένο
- φωτοτυπημένο
- διπλό
- αναπαράγω
Nearest Words of canned
Definitions and Meaning of canned in English
canned (s)
recorded for broadcast
sealed in a can or jar
canned (imp. & p. p.)
of Can
FAQs About the word canned
κονσέρβα
recorded for broadcast, sealed in a can or jarof Can
τυπικός,μίμηση,μιμητικός,Παραπλανητικό,κοροϊδεύω,αντιγραμμένο,πιθηκίσιος,τεχνητός,Παραπλανητικός,μιμητικός
νόμιμος,πρωτότυπο,αρχετυπικός,αρχετυπικός,αυθεντικός,καλή τη πίστει,γνήσιος,φυσικός,πραγματικός,ΑΛΗΘΙΝΟΣ
cannae => Κάννες, cannaceae => Κανναβίδες, cannabis sativa => Κάνναβη η ήμερη, cannabis resin => Ρετσίνι κάνναβης, cannabis indica => Κάνναβη ινδική,