Greek Meaning of left off

αριστερά

Other Greek words related to αριστερά

Definitions and Meaning of left off in English

Webster

left off (a.)

Laid aside; cast-off.

left off

stop entry 1 sense 7a, cease, stop, cease

FAQs About the word left off

αριστερά

Laid aside; cast-off.stop entry 1 sense 7a, cease, stop, cease

Έπαψε,αποκόβω,κόβω,τελείωσε,διακοπεί,παραιτούμαι,άφησε,απενεργοποιώ,σταμάτησε,έσπασε

συνέχεια,διατηρήθηκε,συνέχισε,προηγμένος,ακολούθησε (με),προχώρησε,προχωρημένος,έτρεξε σε,ενεργοποιημένος,οδήγησε

left (out) => αριστερά (έξω), leewards => κατωθέα, leers => βλέμματα, leering (at) => αγριοκοιτάζω, leered (at) => κοίταζε με κακία,