Greek Meaning of destroyed
κατεστραμμένος
Other Greek words related to κατεστραμμένος
- κατέρρευσε
- κατεστραμμένος
- κατεδαφισμένο
- κατεστραμμένος, ερειπωμένος
- διαλυμένη
- ακρωτηριασμένο
- τριμμένο
- κατεστραμμένος
- βυθισμένο
- ανατιναγμένη
- σπασμένο
- ραγισμένο
- παραμορφωμένος
- δυναμιτισμένο
- εξαλειμμένος
- εξερράγη
- εκριζώθηκε
- εξερράγη προς τα μέσα
- παραμορφωμένος
- εξαλείφθηκε
- καταστρέφω
- θρυμματισμένος
- διαχωρίζω
- εξαλειφθεί
- εύθραυστος
- εύθραυστος
- συλληφθεί
- πυροδοτηθεί
- ραγισμένο
- εύθραυστος
- αποσπασματικό
- εύθραυστος
- εύθραυστος
- θρυμματισμένος
- κομμένο σε φέτες
- συντριμμένος
Nearest Words of destroyed
- destroyer => αντιτορπιλικό
- destroyer escort => Αντιτορπιλικό συνοδείας
- destroying => Καταστροφικός
- destroying angel => Άγγελος του θανάτου
- destructibility => Καταστρεπτικότητα
- destructible => καταστρεπτικός
- destructibleness => καταστρεψιμότητα
- destruction => καταστροφή
- destruction fire => Καταστροφική πυρκαγιά
- destructionist => καταστροφέας
Definitions and Meaning of destroyed in English
destroyed (a)
spoiled or ruined or demolished
destroyed (s)
destroyed physically or morally
destroyed (imp. & p. p.)
of Destroy
FAQs About the word destroyed
κατεστραμμένος
spoiled or ruined or demolished, destroyed physically or morallyof Destroy
κατέρρευσε,κατεστραμμένος,κατεδαφισμένο,κατεστραμμένος, ερειπωμένος,διαλυμένη,ακρωτηριασμένο,τριμμένο,κατεστραμμένος,βυθισμένο,ανατιναγμένη
σταθερός,γιατρεύτηκε,ανακατασκευασμένος,επισκευάστηκε,άφθαρτος,επισκευασμένο,μπαλωμένο,ξαναχτίστηκε,άθραυστος
destrie => δεστριέρ, destress => αποφόρτιση, destrer => destrier, destitution => φτώχεια, destituteness => φτώχεια,