Greek Meaning of exploded
εξερράγη
Other Greek words related to εξερράγη
- ανατιναγμένη
- σπασμένο
- συλληφθεί
- κατέρρευσε
- ραγισμένο
- κατεστραμμένος
- πυροδοτηθεί
- ραγισμένο
- αποσπασματικό
- θρυμματισμένος
- συντριμμένος
- θρυμματισμένος
- διαχωρίζω
- κατεστραμμένος
- κατεδαφισμένο
- κατεστραμμένος, ερειπωμένος
- διαλυμένη
- εξερράγη προς τα μέσα
- παραμορφωμένος
- ακρωτηριασμένο
- εξαλείφθηκε
- τριμμένο
- κατεστραμμένος
- κομμένο σε φέτες
- βυθισμένο
- εύθραυστος
- εύθραυστος
- παραμορφωμένος
- δυναμιτισμένο
- εξαλειμμένος
- εκριζώθηκε
- εύθραυστος
- εύθραυστος
- καταστρέφω
- εξαλειφθεί
Nearest Words of exploded
Definitions and Meaning of exploded in English
exploded (s)
showing the parts of something separated but in positions that show their correct relation to one another
exploded (imp. & p. p.)
of Explode
FAQs About the word exploded
εξερράγη
showing the parts of something separated but in positions that show their correct relation to one anotherof Explode
ανατιναγμένη,σπασμένο,συλληφθεί,κατέρρευσε,ραγισμένο,κατεστραμμένος,πυροδοτηθεί,ραγισμένο,αποσπασματικό,θρυμματισμένος
σταθερός,γιατρεύτηκε,ανακατασκευασμένος,επισκευάστηκε,άφθαρτος,επισκευασμένο,μπαλωμένο,ξαναχτίστηκε,άθραυστος
explode => εκρήγνυμαι, explicitness => σαφήνεια, explicitly => ρητά, explicit definition => Σαφής ορισμός, explicit => σαφής,