Greek Meaning of fragmented
αποσπασματικό
Other Greek words related to αποσπασματικό
- σπασμένο
- ραγισμένο
- θρυμματισμένος
- συντριμμένος
- συλληφθεί
- κατέρρευσε
- ραγισμένο
- κατεστραμμένος
- κατεστραμμένος
- εύθραυστος
- κατεστραμμένος
- θρυμματισμένος
- διαχωρίζω
- ανατιναγμένη
- εύθραυστος
- εύθραυστος
- λεπτός
- κατεδαφισμένο
- πυροδοτηθεί
- κατεστραμμένος, ερειπωμένος
- διαλυμένη
- εξερράγη
- εκριζώθηκε
- εύθραυστος
- εξερράγη προς τα μέσα
- παραμορφωμένος
- ακρωτηριασμένο
- εξαλείφθηκε
- τριμμένο
- κομμένο σε φέτες
- εξαλειφθεί
- βυθισμένο
Nearest Words of fragmented
- fragmentation bomb => Βόμβα θραυσματοποίησης
- fragmentation => κατακερματισμός
- fragmentary => αποσπασματικό
- fragmentariness => Αποσπασματικότητα
- fragmentarily => Αποσπασματικά
- fragmental => κατακερματισμένος
- fragmentak => θραύσματα
- fragment => θραύσμα
- fragility => ευθραυστότητα
- fragile fern => Ευαίσθητη φτέρη
Definitions and Meaning of fragmented in English
fragmented (s)
having been divided; having the unity destroyed
fragmented (a.)
Broken into fragments.
FAQs About the word fragmented
αποσπασματικό
having been divided; having the unity destroyedBroken into fragments.
σπασμένο,ραγισμένο,θρυμματισμένος,συντριμμένος,συλληφθεί,κατέρρευσε,ραγισμένο,κατεστραμμένος,κατεστραμμένος,εύθραυστος
σταθερός,ανακατασκευασμένος,επισκευάστηκε,άφθαρτος,γιατρεύτηκε,επισκευασμένο,μπαλωμένο,ξαναχτίστηκε,άθραυστος
fragmentation bomb => Βόμβα θραυσματοποίησης, fragmentation => κατακερματισμός, fragmentary => αποσπασματικό, fragmentariness => Αποσπασματικότητα, fragmentarily => Αποσπασματικά,