Greek Meaning of fragmentize
διασπάω
Other Greek words related to διασπάω
- διχάζομαι
- Διχοτομώ
- βλάβη
- σχίζω
- αποκόβω
- ανατέμνω
- κλασματικός
- θραύσμα
- μισό
- διαμέρισμα
- τέταρτο
- ρήγμα
- τμήμα
- Υποδιαιρείν
- κατακερματίζω
- κατακερματίζω
- χωρισμός
- αποσύνθεση
- διχοτομίζω
- αποσυναρμολογώ
- αποσύνδεση
- αποσυντίθεμαι
- διαλύω
- διαίρεση
- Διαζύγιο
- κάταγμα
- Μονώνω
- απομονώνω
- τραβώ
- σκίζω
- αποφασίζω
- σκίζω
- πριτσίνια
- ρήξη
- Διαχωρίζει
- ξεχωριστό
- κατασχεῖν
- διαχωρίζω
- δάκρυ
- τριχοτόμηση
- Σπάω
- Διασύνδεση
- διαχωρίζω
- Αποσυνδέω
- Αποσυνδέω
- ξεμπερδεύω
- διαχωρίζω
- ασύνδετος
- Διαχωρίζω
- αποσυνδέω
- διχάζω
- μέρος
- διακλαδίζω
- απομονώνω
- Κόβω
- διαχωρίζω
- αποσυνδέω
- αποσυνδέω
- ξετυλίγω
- λύνω
- εκζεύγνυμι
Nearest Words of fragmentize
- fragmentist => αποσπασματάρης
- fragmentise => κατακερματίζω
- fragmented => αποσπασματικό
- fragmentation bomb => Βόμβα θραυσματοποίησης
- fragmentation => κατακερματισμός
- fragmentary => αποσπασματικό
- fragmentariness => Αποσπασματικότητα
- fragmentarily => Αποσπασματικά
- fragmental => κατακερματισμένος
- fragmentak => θραύσματα
- fragonard => Φραγκονάρ
- fragor => κρότος
- fragrance => άρωμα
- fragrancy => άρωμα
- fragrant => αρωματικό
- fragrant agrimony => Αγριομάρουλο οσμηρό
- fragrant bedstraw => Ασπέρουλα η οσμηρή
- fragrant cliff fern => Αρωματική φτέρη της γκρεμνού
- fragrant orchid => αρωματικές ορχιδέες
- fragrant sumac => Ευωδιαστό σούμακ
Definitions and Meaning of fragmentize in English
fragmentize (v)
break or cause to break into pieces
FAQs About the word fragmentize
διασπάω
break or cause to break into pieces
διχάζομαι,Διχοτομώ,βλάβη,σχίζω,αποκόβω,ανατέμνω,κλασματικός,θραύσμα,μισό,διαμέρισμα
μίγμα,συνδυάζω,ενταχθούν,σύνδεσμος,μίγμα,ενοποίηση,ενωθείτε,συσσωρεύω,συναρμολογώ,συνεργάτης
fragmentist => αποσπασματάρης, fragmentise => κατακερματίζω, fragmented => αποσπασματικό, fragmentation bomb => Βόμβα θραυσματοποίησης, fragmentation => κατακερματισμός,