Greek Meaning of trisect
τριχοτόμηση
Other Greek words related to τριχοτόμηση
- διχάζομαι
- Διχοτομώ
- σχίζω
- διχοτομίζω
- ανατέμνω
- διαίρεση
- κλασματικός
- μισό
- διαμέρισμα
- τέταρτο
- διακλαδίζω
- αποφασίζω
- τμήμα
- διαχωρίζω
- Υποδιαιρείν
- βλάβη
- χωρισμός
- αποσύνθεση
- Διασύνδεση
- αποσυναρμολογώ
- Αποσυνδέω
- αποσύνδεση
- αποσυντίθεμαι
- διαχωρίζω
- ασύνδετος
- Διαχωρίζω
- αποσυνδέω
- διαλύω
- διχάζω
- Διαζύγιο
- θραύσμα
- απομονώνω
- μέρος
- τραβώ
- σκίζω
- ξεχωριστό
- Κόβω
- διαχωρίζω
- αποσυνδέω
- αποσυνδέω
- εκζεύγνυμι
- κατακερματίζω
- Σπάω
- αποκόβω
- διαχωρίζω
- Αποσυνδέω
- ξεμπερδεύω
- κάταγμα
- διασπάω
- Μονώνω
- ρήγμα
- σκίζω
- πριτσίνια
- ρήξη
- απομονώνω
- Διαχωρίζει
- κατασχεῖν
- δάκρυ
- ξετυλίγω
- λύνω
- κατακερματίζω
Nearest Words of trisect
Definitions and Meaning of trisect in English
trisect (v)
cut in three
trisect (v. t.)
To cut or divide into three parts.
To cut or divide into three equal parts.
FAQs About the word trisect
τριχοτόμηση
cut in threeTo cut or divide into three parts., To cut or divide into three equal parts.
διχάζομαι,Διχοτομώ,σχίζω,διχοτομίζω,ανατέμνω,διαίρεση,κλασματικός,μισό,διαμέρισμα,τέταρτο
συναρμολογώ,συνεργάτης,μίγμα,συνδυάζω,συνδέω,Ζευγάρι,μίγμα,συσσωρεύω,συνημμένο,δέσιμο
trisagion => Τρισάγιον, trisacramentarian => τρισιακονταριανός, trisaccharide => Τρισάκχαρο, trirhomboidal => τριγωνοειδής, trireme => Τριήρης (Triíris),