Greek Meaning of healed
γιατρεύτηκε
Other Greek words related to γιατρεύτηκε
Nearest Words of healed
- healer => θεραπευτής
- healful => ωφέλιμος
- healing => επούλωση
- healing herb => Θεραπευτικό βότανο
- healingly => θεραπευτικά
- health => Υγεία
- health and human services => Υγεία και ανθρώπινες υπηρεσίες
- health care => υγειονομική περίθαλψη
- health care delivery => παροχή υπηρεσιών υγείας
- health care provider => Πάροχος υγειονομικής περίθαλψης
Definitions and Meaning of healed in English
healed (s)
freed from illness or injury
healed (imp. & p. p.)
of Heal
FAQs About the word healed
γιατρεύτηκε
freed from illness or injuryof Heal
σταθερός,επισκευασμένο,μπαλωμένο,ανακατασκευασμένος,επισκευάστηκε,ξαναχτίστηκε,άθραυστος,άφθαρτος
σπασμένο,συλληφθεί,εξερράγη,ραγισμένο,αποσπασματικό,θρυμματισμένος,συντριμμένος,ανατιναγμένη,ραγισμένο,διαχωρίζω
heald => ιαμένος, healall => θεραπευτής, healable => ιάσιμος, heal all => θεραπεύστε τα πάντα, heal => θεραπεύω,