Greek Meaning of heady
μεθυστικό
Other Greek words related to μεθυστικό
- εκστατικός
- ευφορικός
- ζαλισμένος
- Χαρούμενος
- χαρούμενος
- Υψηλός
- εκστατικός
- ενθουσιασμένος
- ενθουσιώδης
- Μαγεμένος
- ενθουσιασμένος
- ενθουσιασμένος
- πανηγυρικός
- μεθυσμένος
- ενθουσιασμένος
- εκστατικός
- ραψωδικός
- ενθουσιασμένος
- θριαμβευτικός
- στα ουράνια
- ραψωδικός
- μακάριος
- γοητευμένος
- χαρούμενος
- δοξάζοντας
- ευγνώμων
- Γεμάτος ενθουσιασμό και αφοσίωση
- χαρούμενος
- χαρούμενος
- χαρούμενος
- πανηγυρικός
- χαρούμενος
- αγαλλίαση
- ικανοποιημένος
- ευτυχισμένος
- είμαι στον έβδομο ουρανό
- μπλε
- καταθλιπτικός
- θλιβερός
- κάτω
- μελαγχολικός
- δίχως χαρά
- Χαμηλός
- μελαγχολία
- θλιβερός
- λυπημένος
- λυπημένος
- δυστυχισμένος
- θλιβερός
- σπασμένη καρδιά
- αποκαρδιωμένος
- απογοητευμένος
- απογοητευμένος
- απαρηγόρητος
- απογοητευμένος
- απογοητευμένος
- εγκαταλελειμμένος
- σκυθρωπός
- απελπισμένος
- ραγισμένη καρδιά
- με σπασμένη καρδιά
- απαρηγόρητος
- θλιμμένος
- συγγνώμη
- θλιβερός
- αποκαρδιωμένος
- καταβεβλημένος
- Υγεία καρδιά
Nearest Words of heady
Definitions and Meaning of heady in English
heady (s)
marked by the exercise of good judgment or common sense in practical matters
extremely exciting as if by alcohol or a narcotic
marked by defiant disregard for danger or consequences
heady (a.)
Willful; rash; precipitate; hurried on by will or passion; ungovernable.
Apt to affect the head; intoxicating; strong.
Violent; impetuous.
FAQs About the word heady
μεθυστικό
marked by the exercise of good judgment or common sense in practical matters, extremely exciting as if by alcohol or a narcotic, marked by defiant disregard for
εκστατικός,ευφορικός,ζαλισμένος,Χαρούμενος,χαρούμενος,Υψηλός,εκστατικός,ενθουσιασμένος,ενθουσιώδης,Μαγεμένος
μπλε,καταθλιπτικός,θλιβερός,κάτω,μελαγχολικός,δίχως χαρά,Χαμηλός,μελαγχολία,θλιβερός,λυπημένος
headwork => εγκεφαλικό έργο, headword => Λήμμα, headwind => Αντίθετος άνεμος, headway => Πρόοδος, headwater => πηγή,