Greek Meaning of hangdog

απελπισμένος

Other Greek words related to απελπισμένος

Definitions and Meaning of hangdog in English

Wordnet

hangdog (s)

showing a sense of guilt

frightened into submission or compliance

Webster

hangdog (n.)

A base, degraded person; a sneak; a gallows bird.

Webster

hangdog (a.)

Low; sneaking; ashamed.

FAQs About the word hangdog

απελπισμένος

showing a sense of guilt, frightened into submission or complianceA base, degraded person; a sneak; a gallows bird., Low; sneaking; ashamed.

κακός,καταθλιπτικός,ραγισμένη καρδιά,μελαγχολία,θλιβερός,λυπημένος,συγγνώμη,δυστυχισμένος,αναστατωμένος,θλιβερός

μακάριος,ευθυμής,πλευστό,Ανυψωμένος,χαρούμενος,χαρούμενος,χαρούμενος,Χαρούμενος,εκστατικός,ενθουσιασμένος

hangchow => Χανγκτσόου, hang-by => κρεμαστό, hangbird => Καρδινάλιος, hang-bies => χανγκ-μπις, hangar queen => βασίλισσα του υπόστεγου,