FAQs About the word hang on

κράτα γερά

fix to; attach, be persistent, refuse to stop, hold the phone line open

Συνέχισε,Σκάβω,Συνεχίζω,επιμένω,συνεχίσει (με),Αφοσιωθείτε σε κάτι

τόξο,υποχωρώ,εγκαταλείπω,απομίμηση,παραιτούμαι,υποβάλλω,απόδοση,Μένω πίσω,Διστάζω,υποκύπτω

hang in => Αντέξτε, hang gliding => Αετοπτερισμός, hang glider => Αλεξίπτωτο ανεμόπτερο, hang glide => Αλεξίπτωτο πλαγιάς, hang by a thread => κρέμομαι από μια κλωστή,