Greek Meaning of follow through (with)
συνεχίσει (με)
Other Greek words related to συνεχίσει (με)
- επιτυγχάνω
- επιτύγχανω
- απομακρύνω
- Εκτελώ
- κάνω
- εκτέλεση
- εκπληρώνω
- εκπληρώνω
- περνάω
- εφαρμόζω
- φτιάχνω
- εκτελώ
- βάλει μέσα
- Επιφέρω
- αφαιρώ
- δεσμεύω
- πυξίδα
- ολοκληρωμένο
- τέλος
- Διαπραγματεύομαι
- διώκω
- πετύχω
- άσσος
- καταφέρνω
- αποτέλεσμα
- Εφαρμόζω
- τέλος
- ασχολείται με
- Καρφί
- Πρακτική
- εξάσκηση
- συνειδητοποιώ
- Αναπαράσταση
- Επαναλάβετε
- τελειώνω
- εργάζομαι σε/στην
Nearest Words of follow through (with)
- followed through (with) => ακολούθησε (με)
- followership => ακολούθηση
- following through (with) => παρακολούθηση (με)
- followings => ακόλουθοι
- follows => ακολουθεί
- follows through (with) => ακολουθεί (με)
- follow-ups => παρακολουθήσεις
- fonts => Γραμματοσειρές
- food chains => Τροφικές αλυσίδες
- foodies => καλοφαγάδες
Definitions and Meaning of follow through (with) in English
follow through (with)
to complete a stroke or swing, to complete (an activity or process that has been started)
FAQs About the word follow through (with)
συνεχίσει (με)
to complete a stroke or swing, to complete (an activity or process that has been started)
επιτυγχάνω,επιτύγχανω,απομακρύνω,Εκτελώ,κάνω,εκτέλεση,εκπληρώνω,εκπληρώνω,περνάω,εφαρμόζω
ελαφρύ,σφίγγω,ασαφές
folktales => παραμύθια, folksiness => οικειότητα, folklores => λαϊκές παραδόσεις, folklives => Λαογραφία, folklifes => λαογραφικά,