Greek Meaning of breakable
εύθραυστος
Other Greek words related to εύθραυστος
Nearest Words of breakable
- breakability => ευθραυστότητα
- break with => σπάω/διαλύω/τελειώνω με
- break wind => αερίζομαι
- break water => Φράγμα κυματοθραύστης
- break up => χωρισμός
- break through => διασπάω
- break someone's heart => σπάει την καρδιά κάποιου
- break short => σύντομο διάλειμμα
- break seal => Σπάστε τη σφραγίδα
- break out => ξεσπάω
Definitions and Meaning of breakable in English
breakable (n)
an article that is fragile and easily broken
breakable (a)
capable of being broken or damaged
breakable (a.)
Capable of being broken.
FAQs About the word breakable
εύθραυστος
an article that is fragile and easily broken, capable of being broken or damagedCapable of being broken.
λεπτός,εύθραυστος,εύθραυστος,εύθραυστος,εύθραυστος,Κροκαλένια,τραγανός,εύθρυπτος,Εύθραυστος,χαριτωμένος
συμπαγής,σκληρός,άκαμπτος,στερεός,δυνατός,γερός,ουσιαστικός,σκληρός,άθραυστος,ελαστικός
breakability => ευθραυστότητα, break with => σπάω/διαλύω/τελειώνω με, break wind => αερίζομαι, break water => Φράγμα κυματοθραύστης, break up => χωρισμός,