Greek Meaning of break through
διασπάω
Other Greek words related to διασπάω
- πρόοδος
- πρόοδος
- βελτίωση
- ανάπτυξη
- ανακάλυψη
- βελτίωση
- καινοτομία
- εκλέπτυνση
- βελτίωση
- βελτίωση
- ενισχύω
- πολιτισμός
- διδαχή
- εκπαίδευση
- Εκπόνηση
- Διαφωτισμός
- εξέλιξη
- επέκταση
- βρίσκω
- εγκυμοσύνη
- ανάπτυξη
- Ύψος
- αύξηση
- ωρίμανση
- Βελτίωση
- τελειότητα
- Κβαντικό άλμα
- Αναγέννηση
- Αναβίωση
- Ώριμανση
- ενδυνάμωση
- Αναβάθμιση
- αύξηση
- αύξηση
- απροσδόκητο κέρδος
- άνοδος
- ανοδική τάση
- κατανομή
- κατάρρευση
- σύγκρουση
- μείωση
- οπισθοχώρηση
- παρακμή
- πτώση
- Μείωση
- εκφυλισμός
- κατάβαση
- επιδείνωση
- μειονέκτημα
- αποτυχημένος
- εμπόδιο
- ανικανότητα
- εμπόδιο
- λάθος
- μείωση
- μειονέκτημα
- βύθιση
- επιβράδυνση
- σκόπελος
- εξασθένιση
- Επιδεινώνοντας
- παρακμή
- κλίση
- ζημία
- μείωση
- αναπηρία
- Υποβιβασμός
- άμπωτης
- χαλαρούσε
- σφάλμα
- Αδυναμία
Nearest Words of break through
Definitions and Meaning of break through in English
break through (v)
pass through (a barrier)
penetrate
break out
FAQs About the word break through
διασπάω
pass through (a barrier), penetrate, break out
πρόοδος,πρόοδος,βελτίωση,ανάπτυξη,ανακάλυψη,βελτίωση,καινοτομία,εκλέπτυνση,βελτίωση,βελτίωση
κατανομή,κατάρρευση,σύγκρουση,μείωση,οπισθοχώρηση,παρακμή,πτώση,Μείωση,εκφυλισμός,κατάβαση
break someone's heart => σπάει την καρδιά κάποιου, break short => σύντομο διάλειμμα, break seal => Σπάστε τη σφραγίδα, break out => ξεσπάω, break open => σπάω ανοιχτά,