Greek Meaning of explicator
Εξηγητής
Other Greek words related to Εξηγητής
Nearest Words of explicator
- explicative => επεξηγηματικός
- explication de texte => Ερμηνεία κειμένου
- explication => εξήγηση
- explicating => Επεξηγώντας
- explicated => εξηγείται
- explicate => εξηγώ
- explicandum => Εξπλικάνδουμ (εκείνο που πρέπει να ερμηνευθεί)
- explicableness => ερμηνευσιμότητα
- explicable => ερμηνεύσιμο
- expletory => τού επιθέτου
Definitions and Meaning of explicator in English
explicator (n.)
One who unfolds or explains; an expounder; an explainer.
FAQs About the word explicator
Εξηγητής
One who unfolds or explains; an expounder; an explainer.
διευκρινίζω,αποδεικνύω,Εξηγώ,εικονογραφώ,αναλύω,σαφής,ερμηνεύω,απομυθοποιώ,επεξηγώ,αναπτύσσω
ασαφής,Μπερδεύω,συγχέω,θολώνω,θολώνω
explicative => επεξηγηματικός, explication de texte => Ερμηνεία κειμένου, explication => εξήγηση, explicating => Επεξηγώντας, explicated => εξηγείται,