Greek Meaning of construe
ερμηνεύω
Other Greek words related to ερμηνεύω
Nearest Words of construe
- constructor => κατασκευαστής
- constructivist => κατασκευαστής
- constructivism => κατασκευαστισμός
- constructiveness => εποικοδομητικότητα
- constructive-metabolic => Κατασκευαστικό-μεταβολικό
- constructively => εποικοδομητικά
- constructive trust => Αναπιστευτικός διάταξης εμπιστοσύνης
- constructive possession => εποικοδομητική κατοχή
- constructive metabolism => Κατασκευαστικός μεταβολισμός
- constructive fraud => Εποικοδομητική απάτη
Definitions and Meaning of construe in English
construe (v)
make sense of; assign a meaning to
FAQs About the word construe
ερμηνεύω
make sense of; assign a meaning to
διευκρινίζω,αποδεικνύω,Εξηγώ,εικονογραφώ,ερμηνεύω,αναλύω,σαφής,ορισμός,απομυθοποιώ,επεξηγώ
ασαφής,Μπερδεύω,συγχέω,θολώνω,θολώνω
constructor => κατασκευαστής, constructivist => κατασκευαστής, constructivism => κατασκευαστισμός, constructiveness => εποικοδομητικότητα, constructive-metabolic => Κατασκευαστικό-μεταβολικό,