FAQs About the word cut out

κόβω

delete or remove, form and create by cutting out, cut off and stop, strike or cancel by or as if by rubbing or crossing out, intercept (a player), cease operati

βλάβη,σύγκρουση,περίπτερο,Σπάω,conk (out),διανέμω,κάνω το χαζό,σιγοβράζω,μαρμελάδα,δυσλειτουργία

ξεκινώ (αρχίζω)

cut off => αποκόβω, cut of veal => κομμάτι από μοσχάρι, cut of pork => Κομμάτι χοιρινού κρέατος, cut of mutton => Κομμάτι πρόβειο, cut of meat => κομμάτι κρέατος,