Greek Meaning of act up
κάνω το χαζό
Other Greek words related to κάνω το χαζό
Nearest Words of act up
- act superior => Ενεργώ ανώτερα
- act reflexively => ενεργώ αντανακλαστικά
- act out => παίζω
- act on => ενεργώ επάνω σε
- act of god => ανωτέρα βία
- act involuntarily => Πράττω ακούσια
- act as => ενεργεί ως
- act => Πράξη
- acrylonitrile-butadiene-styrene => ακρυλονιτρίλιο-βουταδιένιο-στυρένιο
- acrylonitrile => Ακρυλονιτρίλιο
Definitions and Meaning of act up in English
act up (v)
misbehave badly; act in a silly or improper way
make itself felt as a recurring pain
FAQs About the word act up
κάνω το χαζό
misbehave badly; act in a silly or improper way, make itself felt as a recurring pain
παίζω,Συνέχισε,δεν υπακούω,κακή διαγωγή,στήνω κόλαση,επαναστάτης,εξαπολύεται,κόβω σε κομμάτια,Να φέρεται άσχημα,Δημιουργώ φασαρία
Πράξη,αρκούδα,συμμορφώνομαι,συμπεριφορά,υπακούω,παραιτούμαι,απαλλάσσω,έλεγχος,συλλέγω,Συμμορφώνω
act superior => Ενεργώ ανώτερα, act reflexively => ενεργώ αντανακλαστικά, act out => παίζω, act on => ενεργώ επάνω σε, act of god => ανωτέρα βία,