Greek Meaning of enhanced
βελτιωμένο
Other Greek words related to βελτιωμένο
- επιβαρυντική
- συμπυκνωμένος
- τονισμένος
- ενισχυμένο
- εντατικοποιημένος
- Μεγεθυσμένη
- τονισμένη
- οξύς
- deepened
- εξαίσιος
- βαρύς
- έντονο
- εντατικός
- βαθύς
- αγχωμένος
- φοβερός
- παντοδύναμος
- Πρησμένος
- βαθύς
- φοβερός
- οδυνηρός
- εξαντλητικός
- φοβισμένος
- φοβερός
- Άγριος
- άγριος
- τρομερός
- θυμωμένος
- φρικτός
- σκληρός
- σκληρός
- βαρύς
- απότομος
- αυστηρός
- σοβαρός
- εμπεριστατωμένος
- βίαιη
- κακός
- επονείδιστος
Nearest Words of enhanced
Definitions and Meaning of enhanced in English
enhanced (s)
increased or intensified in value or beauty or quality
enhanced (imp. & p. p.)
of Enhance
FAQs About the word enhanced
βελτιωμένο
increased or intensified in value or beauty or qualityof Enhance
επιβαρυντική,συμπυκνωμένος,τονισμένος,ενισχυμένο,εντατικοποιημένος,Μεγεθυσμένη,τονισμένη,οξύς,deepened,εξαίσιος
Ασθενής,φως,μέτριος,μαλακός,Αδύναμος,μειωμένος,ελαττωμένος,ανακουφισμένος,μέτριος,κατάλληλος
enhance => βελτιώνω, enhalo => άλως, engyn => κινητήρας, engulfment => κατάσχεση, engulfing => Καταπιείτε,